Ο Βασίλης Λαμπρόπουλος καθηγητής Νεοελληνικής και Συγκριτικής Φιλολογίας στο Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, κάτοχος της Εδρας Καβάφη σε συνέντευξή του στην Καθημερινή ανέλυσε τη ματιά του για τη σύγχρονη Ελλάδα και τους τρόπους με τους οποίους κάνει τους Αμερικανούς φοιτητές να την ανακαλύψουν και να την αγαπήσουν.
«Γεννήθηκα το 1953 και μεγάλωσα στο Μεταξουργείο. Τώρα που το ζω σαν επισκέπτης βρίσκω τη γειτονιά συναρπαστική. Παλαιά ήταν ένα μείγμα ελληνικών τάξεων, περιοχών και ιδιολέκτων διότι εκεί είχαν εγκατασταθεί πολλοί Ελληνες από την επαρχία. Σήμερα οι μετανάστες δεν είναι εσωτερικοί αλλά εξωτερικοί. Είναι μια περιοχή με ζωντάνια που διαρκώς ανανεώνεται. Μετά τις σπουδές μου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, πήγα στην Αμερική όπου ζω και διδάσκω τα τελευταία 30 χρόνια», λέει στην «Κ».
Με την πολυτέλεια της απόστασης (χρονικής και γεωγραφικής) του ζητήσαμε να περιγράψει τη σύγχρονη Ελλάδα:
Πώς όμως ένας νεοελληνιστής περιγράφει την Ελλάδα σε 18χρονους Αμερικανούς; «Προσπαθώ να μιλάω για τον Ελληνισμό και όχι μόνο για τη χώρα. Υπήρχε πάντα ένας Ελληνισμός ταυτισμένος με την Ελλάδα και ένας οικουμενικός ελληνισμός σε όλες τις ηπείρους. Οι νεοελληνιστές του εξωτερικού είμαστε ελληνοκεντρικοί, όχι ελλαδοκεντρικοί. Η Ελλάδα ήταν πάντα ένας τόπος όπου κανείς βρίσκει περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις. Είναι ένας πολιτισμός που συνεχώς ερωτά και ερωτάται. Εξηγώ στους φοιτητές ότι αξίζει να ασχοληθούμε μαζί του γιατί προσφέρει κάτι ασυνήθιστο. Τις διαρκείς ενοχλητικές ερωτήσεις για τα πράγματα. Αλλιώς δεν εξηγείται πώς μια τόσο μικρή γωνίτσα στον χάρτη έχει παίξει έναν τόσο σημαίνοντα ρόλο».
Ενα από τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει ο Βασίλης Λαμπρόπουλος είναι ότι ενώ ο ίδιος μεγαλώνει οι μαθητές του παραμένουν πάντα στην ίδια ηλικία: 18 ετών.
- Ακούω ραπ και είμαι ενημερωμένος μουσικά. Αν απαντήσεις με ένα στίχο της Μαντόνα κερδίζεις τους φοιτητές. Είναι η γλώσσα συνεννόησης με τους φοιτητές μου.
- Εγώ διδάσκω χρησιμοποιώντας το You tube. Αναθέτω στους φοιτητές -ανάλογα με το πόσο καλά γνωρίζουν τα ελληνικά- να βλέπουν από ελληνικά τραγούδια μέχρι Λάκη Λαζόπουλο και από Μαρία Κάλλας μέχρι την τελευταία σκηνή του “Αμέρικα - Αμέρικα’’.
- Τους λέω ότι η Ελλάδα τους αφορά όχι μόνο διότι είναι το λίκνο του δυτικού πολιτισμού. Αυτό έγινε όμως πριν από 2.500 χρόνια. Η Ελλάδα είναι ένα παράδειγμα όπου μπορεί να δει κανείς σε μικρή κλίμακα να διαδραματίζονται διλήμματα του πολιτισμού που μας αφορούν όλους. Αν εξοικειωθούν με αυτά που έχει αντιμετωπίσει ο Ελληνας στον νεότερο κόσμο θα δουν ερωτήματα, προβλήματα, απορίες, δυσκολίες τα οποία αντιμετωπίζουν ως νέοι άνθρωποι. Είτε είναι η εισβολή σε μια ξένη χώρα, οι σχέσεις των φύλων, η θρησκευτική ελευθερία, η κοινωνική Δικαιοσύνη, η σύγχρονη κοινωνική, πολιτική, οικονομική αγωγή του πολίτη.
- Είμαστε από τους ελάχιστους πολιτισμούς που μπορούμε να πούμε στους Αμερικανούς: “το ελληνικό στοιχείο είναι στη ζωή σου, απλώς δεν το ξέρεις’’. Η γλώσσα έχει ελληνικά στοιχεία, το κτίριο του πανεπιστημίου έχει κίονες, στην αμερικανική λογοτεχνία ή τις ταινίες υπάρχουν Ελληνες ήρωες. Η Ελλάδα δεν είναι κάτι ξένο αλλά οικείο».
- Αναζητούμε πάντα έναν Ελληνισμό που νομίζαμε ότι ήταν πιο ακέραιος, καθαρότερος, αυτούσιος, ενοποιημένος. Και δεν κατορθώνουμε να τον πιάσουμε. Αυτό μας δημιουργεί ένα σύμπλεγμα, μια συνεχή ανησυχία.
- Αν το αφήσουμε να μας φέρει βόλτα, τότε γίνεται υστερία και εθνικισμός.
- Αν το αντιμετωπίσουμε όμως σαν ωραία πρόκληση τότε κατορθώνουμε έναν καινούργιο Ελληνισμό που είναι ο δικός μας».
Ρωτήσαμε τον Βασίλη Λαμπρόπουλο γιατί το φαινόμενο του αντιαμερικανισμού είναι τόσο έντονο στην Ελλάδα. «Επειδή η ελληνική ρητορική και το σκεπτικό συχνά στρέφεται εναντίον του άδικου που μπορεί να είναι από την άκαρδη γυναίκα που μας παράτησε μέχρι την παγκόσμια ηγεμονία. Ο Ελληνας βρίσκει στην αναμφισβήτητη αμερικανική ηγεμονία έναν εύκολο στόχο.
- Στην αρχή ο αντιαμερικανισμός είναι εν μέρει δικαιολογημένος, αλλά στη συνέχεια γίνεται μετάθεση ευθυνών και υπεραπλούστευση. Αποφεύγουμε τις ευθύνες μας.
- Οταν όμως τις αποδεχτούμε, διαπρέπουμε και έτσι εξηγείται και η επιτυχία των Ελλήνων στο εξωτερικό.
Πετυχαίνουμε εκτός Ελλάδας χάρη σε δύο χαρακτηριστικά:
- Το πρώτο είναι ο σκεπτικισμός που μας διακατέχει. Μας αρέσουν οι ερωτήσεις. Μας αρέσει να κάνουμε την κατάσταση πρόβλημα.
- Επίσης είμαστε μαχητικοί, κάποτε ανταγωνιστικοί, κάποτε συναγωνιστικοί. Πάντως αποδεχόμαστε τις προκλήσεις. Σηκώνουμε το γάντι».